- Βίμποργκ
- (Vyborg). Πόλη (79.800 κάτ. το 2002) της βορειδυτικής Ρωσίας, στον ομώνυμο κόλπο της Βαλτικής θάλασσας. Υπάγεται διοικητικά στην περιοχή της Αγίας Πετρούπολης. Στην πόλη, που διαθέτει λιμάνι και αποτελεί σημαντικό σιδηροδρομικό κόμβο, υπάρχει βιομηχανία ηλεκτρικών εργαλείων, οικοδομικών υλικών και τροφίμων, αεροπορική τεχνική σχολή, μέση υγειονομική σχολή και αξιόλογο εθνογραφικό μουσείο. Στην περιοχή του Β., οι κάτοικοι του Νόβγκοροντ είχαν ιδρύσει τον 12o αι. έναν οικισμό που αργότερα, μετά την κατάκτηση της δυτικής Καρελίας από τους Σουηδούς, αναπτύχθηκε σε πόλη. Το 1710, ο Πέτρος Α’ κυρίευσε με έφοδο το Β., που με τη συνθήκη ειρήνης του Νιστάδτ, το 1721, κατακυρώθηκε στη Ρωσία. Μετά τη διάνοιξη της διώρυγας του Σαϊμά το 1856, που ένωσε το λεκανοπέδιο της ομώνυμης λίμνης με τον κόλπο του Β., η πόλη αναδείχτηκε σε σπουδαίο οικονομικό κέντρο της Βαλτικής. Την περίοδο 1918-40, το Β. ανήκε στη Φιλανδία (με την ονομασία Βιιπούρι), αλλά με τη συνθήκη ειρήνης της 12ης Μαρτίου 1940 ανάμεσα στη Φιλανδία και την πρώην ΕΣΣΔ παραχωρήθηκε στη δεύτερη. Στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου κυριεύτηκε από τα γερμανοφιλανδικά στρατεύματα (30 Αυγούστου 1941), αλλά πέρασε ξανά στη Σοβιετική Ένωση στις 20 Ιουνίου 1944 και κατακυρώθηκε σε αυτή με τη συνθήκη μεταξύ ΕΣΣΔ και Φιλανδίας το 1947.
Dictionary of Greek. 2013.